Sir Joshua Reynolds (Lectures)

Sir Joshua Reynolds

Σημαντικός και με μεγάλη επιρροή Άγγλος ζωγράφος του 18ου αιώνα με εξειδίκευση στα πορτρέτα. Προώθησε το ‘Grand Style’ στη ζωγραφική, το οποίο εξαρτάται από την εξιδανίκευση του ατελούς (idealisation of the imperfect). Ήταν ένας από τους ιδρυτές και ο πρώτος Πρόεδρος της Βασιλικής Ακαδημίας. Ο Βασιλιάς Γεώργιος ο 3ος εκτίμησε τις αξίες του και τον έχρισε Ιππότη το 1769.

Βιογραφικά στοιχεία

O Sir Joshua Reynolds γεννήθηκε στο Devon στις 16 Ιουλίου 1723 και απεβίωσε στο Λονδίνο στις 23 Φεβρουαρίου 1792. Ασχολήθηκε με τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας. Στο Devon άρχισε να ζωγραφίζει ναυτικά πορτρέτα.

Στο Λονδίνο το 1744, άρχισε να αποκτά γνώσεις για τους Παλιούς Δασκάλους και ένα ανεξάρτητο ύφος (style), που χαρακτηρίζεται από την έντονη δουλειά με το πινέλο και τη χρήση του impasto, μιας παχειάς επιφάνειας συστατικού χρώματος

Η υποστήριξη και προστασία από το βασιλιά Γεώργιο 3ο οδήγησε το 1768 στη δημιουργία της Royal Academy. Το 1768 έγινε ο πρώτος Πρόεδρος της Royal Academy,  θέση στην οποία βρισκόταν μέχρι το θάνατό του. Ζωγράφισε τουλάχιστον τρεις χιλιάδες πορτρέτα.

Σκιαγράφηση χαρακτήρα

Ο Reynolds  ήταν γνωστός για την αταραξία του.

Οι Διαλέξεις

Η συλλογή των ομιλιών του Reynolds στα ετήσια συμπόσια της Βασιλικής Ακαδημίας, δημοσιεύτηκαν αργότερα υπό τον τίτλο ‘Διαλέξεις’ και αποτελούν σημαντική δήλωση της τέχνης του 18ου αιώνα, βασισμένη σε ιδέες του 17ου αιώνα.

Στη 3η Διάλεξη, ο Reynolds αναφέρεται στις βασικές αρχές του Grand Style. Διαυτυπώνει πως η ενδελεχής παρατήρηση όλων των αντικειμένων μπορεί να αποκαλύψει ελαττώματα. Οι πιο όμορφες μορφές έχουν κάποια στοιχεία αδυναμίας ή ατέλειας. Ο καλλιτέχνης διορθώνει τη φύση, διορθώνοντας την ατελή της κατάσταση επιλέγοντας την πιο τέλεια. Η εξάσκηση του ματιού στη διάκριση των τυχαίων ανεπαρκειών και δυσμορφιών των αντικειμένων, μπορεί να βοηθήσει στη διαμόρφωση μιας αφηρημένης ιδέας των αντικειμένων, η οποία είναι πιο τέλεια από την αρχική εικόνα τους. Αυτή η ιδέα της τέλειας κατάστασης της Φύσης, την οποία ο καλλιτεχνης αποκαλεί Ιδανική Ομορφιά, είναι η βασική αρχή με την οποία η δουλειά μιας μεγαλοφυίας μπορεί να παργματοποιηθεί.

Στην 4η Διάλεξη, ο Reynolds  επισημαίνει τις Γενικές Ιδέες, που είναι οι βασικές αρχές, οι οποίες ρυθμίζουν κάθε κομμάτι της τέχνης. Αναφέρεται στην Εφεύρεση – Επινόηση (Invention), την Έκφραση, τον Χρωματισμός και την Ένδυση (Drapery).

Στην 6η Διάλεξη αναφέρεται στη μίμηση. Πιστεύει ότι η μεγαλοφυϊα ξεκινάει εκεί που οι κανόνες σταματούν. Η Επινόηση – Εφεύρεση (invention) αποκτάται με τη διαδραστικότητα με την επινόηση και εφευρετικότητα άλλων. Με τον όρο Μίμηση εννοεί το να ακολουθεί ο καλλιτέχνης άλλους δασκάλους και το πλεονέκτημα του να έχει γνώση της δουλειάς τους. Η ικανότητα της μεγαλοφυϊας αποδίδεται σε ανθρώπους, που έπιδεικνύουν επινοητικότητα, έκφραση, μεγαλοσύνη ή σεβασμό. Η μεγαλοφυϊα ξεκινάει όχι εκεί όπου οι κανόνες τελειώνουν, αλλά εκεί που τετριμμένοι κανόνες δεν έχουν πια θέση.

Στην 8η Διάλεξη αναφέρεται στις αρχές της τέχνης που έχουν τη βάση τους στο μυαλό. Αυτές είναι η καινοτομία, η ποικιλία και η αντίθεση. Παρατηρεί πως η υπερβολή αυτών των αρχών μπορεί να καταστήσει τις αρχές αυτές μειονεκτήματα. Επιμένει στην απλότητα, αλλά υπογραμμίζει πως διαφωνεί με την υπερβολή της.

Στην 13η Διάλεξη του, ο Reynolds ασχολείται με τη φαντασία. Η Τέχνη δεν είναι μόνο μίμηση, αλλά  καθοδηγείται από τη φαντασία. Άτομα που δε διαθέτουν φαντασία, αυτά και μόνο μπορούν να αρκεστούν στη μίμηση. Ο τελικός στόχος κάθε τέχνης είναι η δημιουργία μιας εντύπωσης στη φαντασία και στο συναίσθημα του θεατή. Η μίμηση της φύσης συχνά ΄προκαλεί αυτές τις εντυπώσεις. Κατά τον Reynolds, η αληθινή δοκιμασία όλων των τεχνών είναι αν επιτυγχάνουν τον τελικό τους στόχο, την παραγωγή ευχαρίστησης στο μυαλό

>
Scroll to Top